- πασσέληνος
- πανσέληνοςat the fullmasc/fem nom sgπασσέληνοςmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πασσέληνος — ή, Α βλ. πανσέληνος … Dictionary of Greek
πανσέληνος — (Aστρov.). Η Σελήνη σε πλήρη κύκλο, γεμάτο φεγγάρι, ολόγιομο φεγγάρι. Η φάση της Σελήνης κατά την οποία φαίνεται από τη Γη σαν τέλειος κυκλικός δίσκος, όσες φορές ο δορυφόρος βρίσκεται σε αντίθεση με τον Ήλιο και επομένως φωτίζεται ολόκληρο το… … Dictionary of Greek
πασσελήνῳ — πανσέληνος at the full masc/fem/neut dat sg πασσέληνος masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)